A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
ἐννεσίῃ — ἐνεσία suggestion fem dat sg (epic ionic) ἐννεσία fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ενεσία — ἐνεσία και επικ. τ. ἐννεσίη, η (Α) [ενίημι] προτροπή, συμβουλή, εισήγηση … Dictionary of Greek